Περπατώντας στην πόλη της Κέρκυρας και τριγυρίζοντας στα περίφημα καντούνια της ξαφνικά ακούς μουσική…όργανα…κιθάρα και ακορντεόν…και κάτι σαν χορωδία…με έκπληξη αναζητάς από που ακούγεται αυτό…είναι σαν κάποια γειτονιά να μαζεύτηκε και να τραγουδάει, σαν να υπάρχει κάπου εκεί μια γιορτή…άλλη μια εκδήλωση; Και βγαίνοντας από το ένα καντούνι, μπαίνοντας σε κάποιο άλλο τους βλέπεις! Είναι οι λεγόμενοι «Κανταδόροι» της Κέρκυρας. Ή μήπως «Τροβαδούροι»; Ομάδες ανθρώπων ντυμένοι με παραδοσιακές στολές παίρνουν τους δρόμους και χαρίζουν με την μουσική και τα τραγούδια τους αναπάντεχες και ανεπανάληπτες στιγμές κεφιού σε κατοίκους αλλά και επισκέπτες.
Και δεν τους συναντάς μόνο στα καντούνια αλλά και σε γάμους, σε πανηγύρια και σε πολλά είδη εκδηλώσεων, αποτελούν με λίγα λόγια αναπόσπαστο κομμάτι της πολιτιστικής κουλτούρας του νησιού.
Τροβαδούροι και Κανταδόροι, πίσω στο χρόνο
Τα Επτάνησα αποτελούν για τον Ελλαδικό χώρο μια νησίδα πολιτισμού με αρκετές ιδιαιτερότητες, αφού δεν γνώρισαν παρά μόνο ελάχιστα την οθωμανική κατοχή, και αυτό μόνο στη Λευκάδα. Αποτελούσαν κτήσεις της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, με πρώτη την Κέρκυρα ήδη από το 1386. Έτσι, η Ιταλική επιρροή στη μουσική της Επτανήσου είναι προφανής και έντονη. Τα Επτάνησα ήρθαν σε επαφή με την έντεχνη, λόγια μουσική της Δύσης και το μουσικό ύφος που αναπτύχθηκε ακόμα και στη λαϊκή μουσική, υπακούει σε μεγάλο βαθμό στους νόμους της δυτικής αρμονίας.
Η καντάδα είναι έξοχο δείγμα επτανησιακού λαϊκού αστικού τραγουδιού. Το όνομά της προέρχεται από το ιταλικό ρήμα «cantare» δηλαδή τραγουδώ.
Οι καντάδες χαρακτηρίζονται από τη δυτική πολυφωνία και κάθε φωνή εκτελείται από πολλά πρόσωπα και όχι σόλο. Αρκετές δημιουργήθηκαν από συνθέτες που κατά κύριο λόγο ανήκουν στην Επτανησιακή μουσική σχολή και στην Νεοελληνική Εθνική μουσική σχολή, όπως ο Δ. Λαυράγκας, ενώ τα λόγια συχνά ανήκουν σε ποιητές όπως ο Δ. Σολωμός. Οι καντάδες συνοδεύονταν συνήθως από κιθάρες και μαντολίνα ενώ συχνά οι παρέες τις τραγουδούσαν και χωρίς συνοδεία οργάνων.
Στην Ελλάδα πιθανότατα πέρασε γύρω στα 1863 όταν ενώθηκε η Ηπειρωτική Ελλάδα με τα Επτάνησα. Διαδόθηκε ταχύτατα και έγινε ιδιαίτερα αγαπητή στα αστικά κέντρα. Η Αθηναϊκή καντάδα συνδέθηκε με τους ρομαντικούς ποιητές του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνα, όπως ο Γ. Δροσίνης, ο Α. Βαλαωρίτης, ο Ι. Πολέμης. Αθηναϊκές καντάδες συνέχισαν να γράφονται μέχρι και τη δεκαετία του 1930. Η Αθηναϊκή καντάδα διαφέρει από την Επτανησιακή στο ότι διαθέτει λόγιο χαρακτήρα ενώ η Επτανησιακή φέρει περισσότερο έντονο το λαϊκό στοιχείο.
Περίπου μέχρι το 1940 και πριν από το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ήταν συνήθεια για τους νέους άνδρες να περιπατούν στης γειτονιές με φεγγαράδα και να τραγουδούν στα κορίτσια. Η καντάδα, είναι μελωδική κι ευχάριστη. Τα τραγούδια αντηχούσαν πάντα με το ίδιο θέμα: αγάπη, λουλούδια, φυσική ομορφιά, τη θάλασσα και την ομορφιά της ζωής. Πολύ σπάνια ανέφεραν αρρώστιες θάνατο ή διαμάχη για τη ζωή.
Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, η διάθεση του κόσμου άλλαξε. Η καντάδα, ανήκε στο παρελθόν. Στις ταβέρνες, υπήρχαν ακόμη μερικά απομεινάρια καντάδας, αλλά με πολύ λίγους κιθαρίστες, που έπαιζαν στις παρέες. Ακόμη και σ’ αυτές τις ταβέρνες άρχισε να ζητείται μουσική, που ήταν πιο κοντά στην πραγματικότητα. Έτσι, η πολιτιστική τέχνη της καντάδας, άρχισε να ξεχνιέται. Με την πάροδο του χρόνου όμως, αρκετοί καλλιτέχνες, προσπάθησαν να αναβιώσουν την καντάδα, αλλά με πολύ λίγη επιτυχία. Η δημοτικότητα της, δεν έφθασε ποτέ στο ύψος που είχε φθάσει κάποτε.
Αναζητώντας πληροφορίες για αυτούς, διάβασα κάπου και τον όρο «Τροβαδούροι της Αγάπης». Άραγε από που έχει τις ρίζες του αυτό το δρώμενο;
Στη μεσαιωνική Δυτική Ευρώπη σημαντικές ήταν οι αλλαγές στην ποιητική έκφραση της εποχής. Τότε ήταν που έκαναν την εμφάνιση τους στην Ευρώπη οι «τροβαδούροι», οι περιπλανώμενοι μουσικοί που βοήθησαν στη διάδοση των λαϊκών μουσικών από τόπο σε τόπο.
Οι τροβαδούροι, εμπνευστές και κυρίαρχοι του συγκεκριμένου ρεύματος, ήταν ευγενικής καταγωγής, μορφωμένοι, κυρίως λυρικοί ποιητές, τραγουδιστές και μουσικοί, ενώ δεν αποκλείονταν άλλες ταξικές προελεύσεις. Έζησαν περίπου τον 11ο αιώνα στη Μεσηβρινή Γαλλία, νότια Λίγηρα και ειδικά στη Προβηγκία. Οι τροβαδούροι τραγουδούσαν για τον ευγενή έρωτα (amour courtois) ή αλλιώς ιδεόπλαστου, δίνοντας του μια διαφορετική χροιά, διαμορφώνοντας έτσι την εικόνα του ως επιθυμία, ενός ιδανικού που μπορεί να θεωρηθεί ως επιθυμία του ίδιου του ιδανικού. Εξυμνούσε τη γυναίκα, η οποία συνδέονταν με τη χριστιανική μορφή της Παρθένου και εκπροσωπούσε την ιδέα αυτή. Η μορφή της ήταν απλησίαστη. Συνεπώς, ο έρωτας εξιδανικεύεται και έτσι η κυρία της μεσαιωνικής αυλής δίνει τη θέση της σε ένα πλάσμα σαφώς ανώτερο, αγγελικό. Επίσης, οι τροβαδούροι, εξυμνούν τον αυλικό έρωτα σύμφωνα με τον οποίο ο εραστής που ασπάζεται τα ιδεώδη του αυλικού έρωτα εξιδανικεύει το αντικείμενο του πόθου του, την αγαπημένη του, τη λατρεύει και υποκύπτει σε κάθε της ιδιοτροπία (συνήθως πρόκειται για τον έρωτα ενός άγαμου ιππότη, για μια γυναίκα ενός άλλου άντρα όπως συμβαίνει π.χ. στην ιστορία του Λάνσελοτ και της Γκουίνεβιρ).
Το όνομα των «τροβαδούρων (troubadours)» προέρχεται από τον όρο «trobar» και σημαίνει ευρίσκω, στην προκειμένη με την έννοια του επινοώ ή συνθέτω, το οποίο συνδέεται άμεσα με τη σημασία του ποιητή.
Έτσι, θεωρούνταν εφευρέτες αυτού του νέου είδους μουσικής στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Συγκεκριμενοποιώντας, το όνομα τροβαδούρος, σημαίνει: αναζήτηση ενός πράγματος που είναι κρυμμένο.
Από την άλλη πλευρά, οι αντίστοιχοι Γάλλοι μουσικοί όπου έζησαν και έδρασαν στη Β. Γαλλία από το 1150 εώς το 1300 καλούνταν τρουβέροι, ενώ τα τραγούδια τους διακρίνονταν κυρίως για τον επικό τους χαρακτήρα ενώ εξιστορούσαν τις διάφορες πολεμικές επιχειρήσεις και σταυροφορίες της εποχής.
Κατ’ επέκταση, τα τραγούδια των τροβαδούρων είχαν έντονο το λυρικό στοιχείο, ενώ των τρουβέρων διακρίνονταν κυρίως για τον επικό χαρακτήρα τους. Η διάκριση μεταξύ των τροβαδούρων και τρουβέρων έγκειται στο γεγονός ότι οι πρώτοι ζούσαν στη Ν. Γαλλία, η οποία, λόγω της θέσης της, ήταν λιγότερο εκτεθειμένη από διάφορες επιδρομές, ενώ διακρίνονταν για το ανώτερο βιοτικό επίπεδο που συνιστούσε ένα σαφώς πιο εκλεπτυσμένο πολιτισμό.
Μια σύντομη ιδέα λοιπόν περί τίνος πρόκειται σε περίπτωση που βρεθείτε μπροστά σε αυτές τις χαρούμενες ομάδες ανθρώπων. Άντρες και γυναίκες φορώντας παραδοσιακές στολές της Κέρκυρας τραγουδούν τρυφερά και μελωδικά, συνοδευόμενοι συνήθως από όργανα όπως κιθάρα, ακορντεόν ή ακόμη και βιολιά και ξεσηκώνουν τον κόσμο με τις χαρακτηριστικές φωνές τους.
Αυτοί είναι οι τροβαδούροι τση Κέρκυρας!
Πηγή
Kefalonia Today (2013). “Επτανησιακές καντάδες, αριέττες και αρέκια“, https://www.kefaloniatoday.com/kefalonitika/afieromata/eptanisiakes-kantades-ariettes-ke-arekia-74129.html
Historical Quest. “Τροβαδούροι – οι περιπλανώμενοι μουσικοί της μεσαιωνικής Δ. Ευρώπης“, https://www.historical-quest.com/ekdoseis/109-archive/mesaioniki-istoria/294-oi-trobadouroi-oi-periplanomenoi-mousikoi-tis-dytikis-eurwpis.html
Σχόλια